κεφαλάς

κεφαλάς
Ονομασία δύο οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 340 μ., 346 κάτ.) στην πρώην επαρχία Λακεδαίμονος του νομού Λακωνίας. Βρίσκεται στο μέσο του νομού, 20 χλμ. ΝΑ της Σπάρτης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Θεραπνών. 2. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 360 μ., 287 κάτ.) στην πρώην επαρχία Αποκορώνου του νομού Χανίων. Βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα του νομού, 30 χλμ. ΝΑ της πόλης των Χανίων. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Βάμου.
* * *
ο (ΑΜ κεφαλᾱς και κεφαλάς)
άνθρωπος με μεγάλο κεφάλι, κεφάλας
νεοελλ.
ζωολ. κοινή ονομασία 80 πτηνών τής οικογένειας λανιίδες
νεοελλ.-μσν.
(επί φραγκοκρατίας) Έλληνας ευπατρίδης τιμαριούχος που διατηρούσε όλα τα παλαιά προνόμια του
μσν.
αρχηγός, άρχοντας, διοικητής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κεφαλή + κατάλ. -ᾶς (πρβλ. ψωμ-άς)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Κεφαλάς, Νικόλαος — (Ζάκυνθος 1770 – Θεσσαλονίκη 1850). Θαλασσοπόρος και τυχοδιώκτης. Ήταν γνωστός και ως καπετάν Κεφαλάς. Υπήρξε ο πρώτος Έλληνας πλοίαρχος που ταξίδεψε στην Αμερική, καταγράφοντας μάλιστα τις εντυπώσεις από την εμπειρία του. Το 1809 εμφανίστηκε… …   Dictionary of Greek

  • κεφάλας — Ονομασία δύο οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 340 μ., 346 κάτ.) στην πρώην επαρχία Λακεδαίμονος του νομού Λακωνίας. Βρίσκεται στο μέσο του νομού, 20 χλμ. ΝΑ της Σπάρτης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Θεραπνών. 2. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ …   Dictionary of Greek

  • κεφάλας — ο αυτός που έχει μεγάλο κεφάλι: Είπ ο γάιδαρος τον πετεινό κεφάλα (παροιμ.) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • Κεφαλᾶς — Κεφαλή fem gen sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κεφαλᾶς — κεφαλή fem gen sg (epic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κεφαλάς — Κεφαλά̱ς , Κεφαλή fem acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κεφαλάς — κεφαλά̱ς , κεφαλή fem acc pl (epic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Κεφαλάς, Κωνσταντίνος — (αρχές 10ου αι. μ.Χ.) Βυζαντινός λόγιος και κληρικός. Σε αυτόν οφείλεται μία συλλογή επιγραμμάτων που διασώθηκε σε ένα μοναδικό χειρόγραφο, τον περίφημο Παλατιανό κώδικα 23. Τμήμα του κώδικα βρίσκεται στη βιβλιοθήκη της Χαϊδελβέργης, ενώ ο… …   Dictionary of Greek

  • κεφαλή — Το άνω άκρο του ανθρώπινου σώματος ή το πρόσθιο μέρος του σώματος των ζώων, όπου εδράζεται ο εγκέφαλος, η είσοδος του πεπτικού σωλήνα, τα αισθητήρια όργανα, περισσότερο ή λιγότερο τελειοποιημένα, καθώς και άλλες δομές, όπως οι τρίχες. Η κ. των… …   Dictionary of Greek

  • Liste griechischer Phrasen/Iota — Iota Inhaltsverzeichnis 1 Ἰατρέ, θεράπευσον σεαυτόν· 2 ἰδιώτης …   Deutsch Wikipedia

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”